Αγροτικές κινητοποιήσεις και κοινωνικές συμμαχίες

Οι τελευταίες επιλογές στις κινητοποιήσεις των αγροτών, με το κλείσιμο του λιμανιού της Ηγουμενίτσας ως αποκορύφωμα, μπορεί να καταδεικνύουν το αδιέξοδο στο οποίο βρίσκονται, όμως εντείνουν τις διαφαινόμενες εντάσεις με τα υπόλοιπα κοινωνικά στρώματα και κινδυνεύουν να δημιουργήσουν σοβαρούς εχθρούς στις διεκδικήσεις τους.
Είναι αναγκαίο να κατανοήσουμε ότι για να χτίσουμε το μέλλον και την ευημερία μας, όλοι οι εργαζόμενοι και υγιείς μικρομεσαίοι επιχειρηματίες είμαστε μόνο σύμμαχοι.
Και αυτό το μήνυμα πρέπει να περνάνε πρώτιστα οι ίδιοι οι αγρότες
Θα πρέπει να υπάρξει ένας σοβαρός προβληματισμός στα παρακάτω ερωτήματα:
Αποτελεί ή όχι κοινό μας στόχο να αυξηθεί η αγροτική παραγωγή, όταν γνωρίζουμε ότι μια μονάδα αύξησης της αγροτικής παραγωγής ως ποσοστό του ΑΕΠ, δηλαδή τον εθνικό παραγόμενο πλούτο, συνεισφέρει πολλαπλάσια στην συνολική ανάπτυξη της χώρας;
Αποτελεί ή όχι κοινό μας στόχο η παραγωγή ποιοτικών προϊόντων που μπορούν να διοχετευθούν σε εύρωστες αγορές και να δώσουν ζωή σε μια σειρά μεταποιητικές μονάδες στη χώρα;
Αποτελεί ή όχι κοινή μας ανάγκη η εξυγίανση της αγοράς και η αποτελεσματική αντιμετώπιση των καρτέλ;
Αποτελεί ή όχι κοινή μας ανάγκη η διαχείριση του περιβάλλοντος και των φυσικών μας πόρων, που γίνεται κύρια από τους αγρότες, με όρους βιωσιμότητας για όλους μας;
Αποτελεί ή όχι για όλους αναγκαιότητα η διατήρηση της πολιτιστικής μας κληρονομιάς, που συνδέεται άρρηκτα με τις αγροτικές δραστηριότητες, ως καταφύγιο για την ισορροπία μας και εφαλτήριο ταυτόχρονα για νέες δημιουργίες;
Δεν ωφελούμαστε όλοι με την άνοδο του βιοτικού επιπέδου των διπλανών μας κοινωνικών ομάδων και παραγωγικών τάξεων, αφού η μια ομάδα αποτελεί καταναλωτή των προϊόντων ή των υπηρεσιών που παράγει η άλλη;
Δεν έχουμε άλλωστε δείξει ότι κατανοούμε την ιδιαιτερότητα της αγροτικής παραγωγής και των παραγόντων που την επηρεάζουν και αποδεχόμαστε ως αναγκαίες ειδικές ενισχύσεις και αποζημιώσεις για τις απώλειες τους;
Δεν είναι συμφέρον όλων μας η άνοδος της ποιότητας ζωής στην ύπαιθρο, οι ποιοτικές υπηρεσίες υγείας, εκπαίδευσης, ψυχαγωγίας, ώστε να έχουμε επιλογές για τον τόπο κατοικίας, εργασίας και ανατροφής των παιδιών μας, μακριά από τα ασφυκτικά, μεγάλα αστικά κέντρα;
Δεν είναι κοινό ζητούμενο η κοινωνική ειρήνη, χωρίς τις συγκρούσεις που δημιουργούν οι βαθιές ανισότητες;
Δεν είναι, όμως, και ευθύνη όλων μας, να συστρατευθούμε στη μεγάλη προσπάθεια να αντιστρέψουμε την κρίσιμη οικονομική κατάσταση της Ελλάδας και το αποτυχημένο μοντέλο ανάπτυξης που μέχρι τώρα ακολουθήσαμε, σηκώνοντας, ο καθένας, το βάρος που δίκαια του αναλογεί;
Μέσα από αυτό το πρίσμα στηρίζουμε τις αναγκαίες βαθιές αλλαγές που πρέπει να γίνουν στην αγροτική παραγωγή. Το πρόβλημα των αγροτών δεν είναι μόνο δικό τους, είναι εθνικό.
Ελπίζουμε οι κυβερνητικές πρωτοβουλίες να είναι στην κατεύθυνση συγκεκριμένου προγραμματισμού μακροπρόθεσμων λύσεων, άλλωστε γι’ αυτό την εμπιστεύθηκε ο λαός.
Ελπίζουμε οι αγρότες που βρίσκονται στους δρόμους και τις πύλες της χώρας να συνειδητοποιήσουν ότι δικαιούμαστε όλοι να εργαζόμαστε για να μπορούμε να απολαύσουμε τους κόπους μας σε μια καλύτερη αυριανή μέρα και ότι πρέπει να συμμετέχουν σε έναν οργανωμένο διάλογο προς το συμφέρον όλων.

Με αφορμή τη διάσκεψη της Κοπεγχάγης

Με αφορμή τη διάσκεψη της Κοπεγχάγης (1)

Η διάσκεψη της Κοπεγχάγης για την κλιματική αλλαγή, στη δύση του 2009, έληξε μάλλον άδοξα, αλλά έδωσε μια ακόμη αφορμή για ευρεία συζήτηση για ένα νέο μοντέλο ανάπτυξης. Ένα μοντέλο που δεν απαντά μόνο στις απειλές για το περιβάλλον, αλλά εμπεριέχει τα στοιχεία της διεύρυνσης της δημοκρατίας, της κοινωνικής δικαιοσύνης, της μείωσης των περιφερειακών και κοινωνικών ανισοτήτων, της βελτίωσης της ποιότητας ζωής.
Αξιοποιώντας αυτήν την ευκαιρία, ας κρατήσουμε ζωντανή τη συζήτηση, με στόχο την υλοποίηση πολιτικών τουλάχιστον σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο, πέρα από νομικές δεσμεύσεις που τελικά δεν αναλήφθηκαν.
Ο δρόμος που ακολούθησε ο ανεπτυγμένος κόσμος και αντιγράφουν οι αναπτυσσόμενες χώρες οδήγησε σε απανωτές κρίσεις περιβαλλοντικές, διατροφικές και οικονομικές. Οδηγεί σε μεγάλες ανισότητες μέσα στα ίδια τα κράτη και σε τρομακτικές ανισότητες σε παγκόσμιο επίπεδο.
Οι διατροφικές και οικονομικές κρίσεις δεν αφορούσαν ποτέ τους ισχυρούς της γης, που κατά την άποψη μας δεν κλυδωνίστηκαν σοβαρά ούτε από την τελευταία χρηματοπιστωτική. Η κλιματική αλλαγή όμως τους αφορά. Το ένστικτο της αυτοσυντήρησης ωθεί στη διαδικασία λήψης μέτρων. Τα οικονομικά όμως συμφέροντα αντιστέκονται ακόμη και σ’ αυτήν την ανάγκη να διατηρηθεί ο πλανήτης που κατοικεί το ανθρώπινο είδος. Προετοιμάζονται λοιπόν για την ανάπτυξη νέων προϊόντων και αγαθών που θα εξυπηρετεί τον στόχο της μείωσης των επιπτώσεων στο κλίμα. Μέχρι να είναι έτοιμοι, θα προσπαθούν να επιβραδύνουν τον ρυθμό επίτευξης ουσιαστικών διεθνών συμφωνιών.
Παράδειγμα αποτελεί το εμπόριο ρύπων, το οποίο εμφανίστηκε με τη μορφή ενός νέου κερδοφόρου χρηματιστηρίου μετά το Πρωτόκολλο του Κιότο το 1997. Μεγάλες επιχειρήσεις και κράτη αγοράζουν το δικαίωμα να ρυπαίνουν από αυτούς που δεν παράγουν. Τα χρήματα που διακινούνται είναι πάρα πολλά και αναρωτιόμαστε για τη συνέχιση του παραλογισμού. Από τη μια μεριά στην ουσία δεν προχωρούμε σε μειώσεις του διοξειδίου του άνθρακα και από την άλλη, πολλές χώρες και επιχειρήσεις με τα ποσά που δαπανούνται για να αγοραστούν δικαιώματα ρύπανσης θα μπορούσαν να χρηματοδοτήσουν γενναία προγράμματα για μεγαλύτερη απεξάρτηση από τα ορυκτά καύσιμα. Επιπλέον, πρέπει να υπολογισθούν και οι συνέπειες στον τοπικό πληθυσμό, εκεί όπου έχουν αγοραστεί δικαιώματα ρύπανσης, καθώς μαζί με το διοξείδιο του άνθρακα εκλύονται και άλλοι ρύποι με αποδεδειγμένες πλέον επιπτώσεις στην υγεία.
Οι λαοί όμως αντιδρούν;
Η δραστηριοποίηση και συμμετοχή των πολιτών του πλανήτη στην Κοπεγχάγη, μέσα από μη-κυβερνητικές οργανώσεις, ήταν έντονη και πιεστική. Χωρίς αυτούς (εμάς) ίσως να μην είχαμε ούτε το δειλό βήμα που έγινε. Το μήνυμα είναι σαφές και ελπιδοφόρο: Ενημερωνόμαστε, ευαισθητοποιούμαστε, συμμετέχουμε, διεκδικούμε αποφάσεις.
Το 2010 θα κλείσει την πρώτη δεκαετία του 21ου αιώνα. Ας το κάνουμε ένα έτος - σταθμό για το μέλλον μας.

Άννα Μίχου